2.2.10

Ένα παραμύθι..

Kάθε τέλος είναι μια αρχή και κάθε αρχή μια αναγέννηση..

Μια φορά κι έναν καιρό σ' έναν κόσμο μυθικό επιαστήκαν στον χορό φαντασία κι όνειρο.
Εμαγέψαν τα βουνά ταξιδέψαν στ' ανοιχτά και χαρίσαν στα παιδιά παραμύθια μαγικά.

Σε μια χώρα μακριά απο κάθε γνωστή στο χάρτη χώρα, ζούσε ένα μικρό ξωτικό.
'Oπως όλα τα ξωτικά της ηλικείας του , μεγάλωσε δασκαλεμένο για το τσουκάλι με τον χρυσό που υπάρχει στο τέλος κάθε ουράνιου τόξου.
Τα άλλα ξωτικά, τα περισσότερα τέλος πάντων, είχαν απο καιρό πάψει να πιστεύουν στον μύθο αυτό. Το δικό μας ξωτικό όμως ήταν επίμονο.
Κάθε φορά που τα μαύρα σύννεφα σταματούσαν τα παιχνίδια και το κυνηγητό που έπαιζαν στον ουρανό, πάντα εμφανιζόταν το ουράνιο τόξο.
Ήταν τόσο ομορφο!
Ήταν όπως ακριβώς το περιέγραφαν οι ταινίες στον κινηματογράφο.
Τα χρώματά του σε προκαλούσαν να χαμογελάσεις ενώ το σχήμα του σου φώναζε να τρέξεις να κάνεις τσουλήθρα πάνω του.
Ακόμα και τα ξωτικά που έπαψαν να πιστεύουν σε αυτό, πάντα μέσα στην καρδούλα τους είχαν την ελπίδα πως μια μέρα θα ζήσουν το όνειρο.
Το δικό μας ξωτικό , που δεν ήταν σαν τα άλλα, ήταν πάντα σίγουρο πως θα βρεί το μαγικό τσουκάλι όταν κάνοντας τσουλήθρα στην πολύχρωμη αυτή γέφυρα θα φτάσει στο τέλος της.
Δέν ήταν λίγες οι φορές που προσπάθησε.
Κάθε φορά έβλεπε το ουράνιο τόξο απο μακριά, έτρεχε, άλλες φορές δεν προλάβαινε κάν να φτάσει στην άκρη του πρίν αυτό χαθεί.
Άλλες φορές ενώ έβρισκε την άκρη δεν ήξερε πως να σκαρφαλώσει , η μαγική φασολιά βλέπεις πήγε χαμένη έτσι όπως την τσαλαπάτησε ο Τζάκ.
Κάθε φορά το μικρό μας ξωτικό κατάφερνε και ένα βήμα περισσότερο μα η κάθε απογοήτευση ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Όσο πιο κοντά πλησίαζε τόσο πιο πολύ στεναχωρίοταν που δεν τα κατάφερνε.
Είναι λογικό, όταν πλησιάζεις το ουράνιο τόξο χάνεσαι στα χρώματά του, δροσίζεσαι απο τις σταγόνες βροχής που έχουν μείνει στην επιφάνειά του, χαζολογάς παίζοντας πάνω του ξεχνώντας γιατί είσαι εκεί.
Κάποιες άλλες φορές δεν πιστεύεις καν πως τα κατάφερες και το αμφισβητείς και τέλος υπάρχουν και φορές που το ίδιο το ουράνιο τόξο σε δυσκολευει.
Γέρνει και κουνιέται προσπαθώντας να σε ρίξει κάτω, γλιστράει πολύ ή σε μπερδεύει με τα χρώματα για να χάσεις το δρόμο.
Αυτή τη φορά το ξωτικό μας ήταν αποφασισμένο.
Αυτή τη φορά θα τα κατάφερνε!
Ο καιρός ήταν καλός , τα σύννεφα δεν έπαιζαν σε αυτή τη γειτονιά του ουρανού και το ξωτικό μας δεν περίμενε εκείνη την ηλιόλουστη μέρα να έρθουν.
Και όμως , τους είχε λείψει η γειτονία και ήρθαν φωνάζοντας πιό δυνατά απο άλλες φορές.
Όταν έφυγαν το χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο του ξωτικού, τα μυτερά αυτάκια του φαίνονταν πιο μυτερα καθώς είχαν γύρει στο πλάι.
Νά το! Έτρεξε γρήγορα να προλάβει, τα κατάφερε!
Κατάφερε και να ανέβει πάνω, είχε μάθει μετα απο τόσες τούμπες, αυτή τη φορά δεν χάζεψε πολύ τα χρώματα, δέν έπαιξε με τα σύννεφα, αυτή τη φορά είχε σκοπό.
Το ουράνιο τόξο όμως δεν είχε συνηθήσει να το γνωρίζουν τόσο καλά, δεν είχε συνηθήσει να έχει κάποιον στην πλάτη του, ήταν και αυτό μικρό βλέπετε.
Αρχισε λοιπόν να κάνει τα κόλπα του άλλα συνειδήτα άλλα χωρίς κάν να τα γνωρίζει, απο άμυνα. Το ξωτικό περίμενε, υπόμενε , τα κατάφερνε να ξεπερνά κάθε εμπόδιο.
Στεναχωρίοταν που το ουράνιο τόξο φαιρόταν έτσι αλλα το αγαπούσε πολύ και δεν θα το άφηνε, το ξωτικό πλέον είχε ξεχάσει το τσουκάλι, ήθελε απλά να είναι πάνω στο ουράνιο τόξο.
Μια παίζανε μαζί , μια κάνανε δυσκολίες, ακόμη και το ξωτικό να φανταστείτε το έπιανε το πείσμα του αρκετές φορές και του έκανε το δύσκολο, του άλλαζε σειρά στα χρώματα και δεν το άφηνε να τρέξει πολύ στον ουρανό, φοβότανε βλέπετε μην διαλύσει , μην σκορπίσουν τα χρώματά του.
Οι μέρες περνούσαν, οι εβδομάδες εφευγαν και οι μήνες έτρεχαν και όταν πέρασε καιρός πολύς , όταν πέρασε καιρός τόσος ώστε το ουράνιο τόξο να καταλάβει πως το ξωτικό ήταν για εκείνο και πως εκείνο ήταν για το ξωτικό, τότε μια μέρα, μια μέρα που το ξωτικό νόμιζε πως θα ήταν σαν όλες τις άλλες, τοτε ξάφνου το ουράνιο τόξο με μια γρήγορη απότομη κίνηση έσκυψε και έσπρωξε το ξωτικό στην άκρη του.
Όταν το ξωτικό σηκώθηκε, είδε ένα μεγάλο τσουκλαλι να λάμπει.
Δέν το πίστευε!
Το ουράνιο τόξο επιτέλους το είχε αφήσει να πάει στο πιο πολύτιμο και μυστικό μέρος που είχε. Στην καρδία του.
Φοβόταν βλέπετε το καημένο να αφήσει άλλους να πάνε εκεί μην την κλέψουν και φύγουν.
Μην πάρουν κάθε λαμπερό πράγμα που είχε και το άφηναν μόνο ξανά.
Το μικρό ξωτικό είδε το τσουκάλι, κατάλαβε τι σημαίνει η κίνηση αυτή και τότε γύρισε στο ουράνιο τόξο και του είπε: "Εγώ θα ανέβω πάλι πάνω σου, θα συνεχίσουμε την πορεία μας, χάρηκα που μου έδειξες την καρδιά σου και το πόσο με αγαπάς, κάθε τόσο να μου την δείχνεις , το χρυσάφι που κρύβει εκει μέσα με κάνει να αισθάνομαι πως είμαι το τυχερότερο πλάσμα που υπάρχει στον κόσμο όλο".
Και σκαρφάλωσε ξανά στην πλάτη του ουράνιου τόξου και ξεκίνησαν για ένα νέο ταξίδι, υπο άλλους όρους, με λιγότερες αταξίες το ένα στο άλλο και με την αίσθηση της σιγουρίας, της ζεστασιάς και της αγάπης που το ξωτικό έδειξε στο ουράνιο τόξο και το ξεκλέιδωσε αλλα και το ουράνιο τόξο για την σιγουριά που νιώθει πλέον πως το ξωτικό δεν ήθελε να ληστέψει το τσουκάλι αλλα απλά να ζεσταθεί στην όψη του.
Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

No comments: